Πέμπτη 20 Ιουνίου 2019

Διαιτητές – Προπονητές. Μια σχέση “πάθους”


Υπάρχουν διαφόρων “ειδών” διαιτητές και προπονητές.
Οι σχέσεις μεταξύ τους θα χαρακτηρίζονταν απλώς με ένα ερωτηματικό.

Και ενώ ένας διαιτητής “αποβάλλει” έναν προπονητή είτε άμεσα είτε με 2 τεχνικές ποινές, ένας προπονητής “αποβάλλει” έναν διαιτητή απλώς με την συμπεριφορά του.

Αναρωτιέμαι πολύ συχνά, πώς είναι δυνατόν να δημιουργήσεις πετυχημένες σχέσεις με τους προπονητές.  

Και είναι εύκολο να ανακαλύψουμε ότι απλώς είναι θέμα ενός μίγματος “συστατικών”.

Όλες οι σχέσεις που αναπτύσσονται μεταξύ διαιτητών και προπονητών έχουν ένα κοινό στο μίγμα αυτό: 
Την προσωπικότητα και των δύο.
Επίσης και κάτι που δεν είναι κοινό: 
Την συνέπεια στα σφυρίγματα και τις αποφάσεις των διαιτητών.

Το ερώτημα που διαιωνίζεται άνευ απάντησης είναι: 
"Πώς μπορούμε να έχουμε μια καλή σχέση όταν η δουλειά των διαιτητών είναι να κάνουν ό,τι καλύτερο για τον αγώνα και των προπονητών να κάνουν ό,τι καλύτερο για να κερδίσουν;"

Και τελικά, κανένας γραπτός κανόνας δεν ορίζει ότι είναι προϋπόθεση η διατήρηση επιτυχημένων σχέσεων μεταξύ διαιτητών και προπονητών.

Υπάρχουν βέβαια κάποια facts.
- Η κατανόηση είναι σημαντικός παράγων.
- Θα υπάρχει πάντα αντίρρηση για τον τρόπο που διαιτητεύουμε.

Δεδομένων των παραπάνω πάντα θα υπάρχει ένα ουδέτερο έδαφος το οποίο πρέπει να 
ανακαλύψουμε και να το αποδεχτούμε.
Και για να συμβεί αυτό οφείλουμε να καταλάβουμε κάποια βασικά πράγματα για τους προπονητές.

Οι περισσότεροι προπονητές είναι “εκπαιδευτές”.
Ειδικά όσοι ασχολούνται με τα παιδικά τμήματα και θεωρούν την δουλειά τους εκπλήρωση μιας φιλοδοξίας. Την διεκπεραιώνουν επειδή το θέλουν και επιπλέον επιλέχθηκαν με λίγες προσδοκίες.
Επίσης δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι προπονητές εξυπηρετούν την απαίτηση της κοινωνίας για νικητές και οι περισσότεροι καλούνται να παράγουν ένα ανταγωνιστικό προϊόν ενάντια στην πίεση των οικογενειών των αθλητών, του επαγγέλματος, των ορίων των αθλητών και της αντοχής τους.
Είτε λοιπόν νοιώθουν την αγάπη, είτε ασφυκτιούν.
Με αυτά τα δεδομένα κάθε προπονητής διαχειρίζεται την πίεση της επιτυχίας ή της αποτυχίας με διαφορετικό τρόπο.

Με αυτό το σκεπτικό, συχνά, οι καλές σχέσεις με τους προπονητές είναι τυχαίες.
Αυτό ταυτόχρονα σημαίνει ότι δεν αντιλαμβανόμαστε όλοι ότι οι σχέσεις θέλουν δουλειά.

Εάν ένας προπονητής και ο διαιτητής αντιλαμβάνονται με τον ίδιο τρόπο κάποια πράγματα, λίγα προβλήματα θα προκύψουν.
Εάν πιστεύουμε – προπονητές ή διαιτητές – ότι κάποιος πρέπει να υποχωρήσει για να βελτιωθεί η σχέση μας τότε είναι βέβαιο ότι αυτό προκαλεί κρίση.

Ως διαιτητές χρειαζόμαστε τους προπονητές περισσότερο από ό,τι εκείνοι εμάς.
Και οι δύο μας όμως έχουμε συγκρουόμενες πιέσεις:
- Ο προπονητής ευτυχώς αγαπάει τη δουλειά του και έχει ανάγκη να έχει την πρέπουσα συμπεριφορά, να προπονεί, να εμπνέει.
- Ο διαιτητής “έχει συμφωνήσει” να είναι σε εγρήγορση και να “τιμωρεί” κατά κάποιον τρόπο κάποιες συμπεριφορές.

Πώς επομένως κάνουμε ο καθένας τη δουλειά μας και ταυτόχρονα έχουμε μια σωστή σχέση μεταξύ μας;

Δεν θα έπρεπε να αποτελεί έκπληξη ότι οι περισσότεροι προπονητές θα συνεχίσουν πιο πέρα από όσα θεωρείτε αποδεκτά.
Δεν έχει να κάνει με εμάς προσωπικά.
Δεν χρειάζονται όλα μια απάντηση.
Οι κορυφαίοι διαιτητές είναι ήρεμοι με τους προπονητές αντιδρώντας στο μήνυμα και όχι στον τρόπο που μεταφέρεται. 

Εκτός και εάν αυτή η μετάδοση του μηνύματος διακόψει τον αγώνα.

- Αποδεχτείτε ότι βοηθάει να είστε ανεκτικοί σε μια διαφωνία άνευ σημασίας.
- Αντιληφθείτε την προσπάθεια των προπονητών να είναι ανεκτικοί σχετικά με μια δύσκολη κατάσταση.
- Οι προπονητές σέβονται τη συνέπεια. 
Από αυτή την άποψη μπορείτε όλοι να είστε ένα.
- Αποδεχτείτε ότι η στάση σας πρέπει να είναι ευέλικτη. Προσπαθήστε να αποφύγετε έναν διαπληκτισμό, όχι να τον δημιουργήσετε.

Οι καλύτεροι διαιτητές εξελίσσονται όχι γιατί τηρούν τους κανόνες απόλυτα ή διότι είναι οι καλύτεροι αθλητές ή οι πιο αφοσιωμένοι.
Απλώς αντιμετωπίζουν κάθε αγώνα έτσι ακριβώς όπως εξελίσσεται και ανταποκρίνονται σε όσα βλέπουν μόνο.