Μιλήσαμε για την φυσική κατάσταση των διαιτητών.
Σήμερα, θα μιλήσουμε για τα κριτήρια των διαιτητών για τις φυσικές επαφές.
Ο δυναμισμός και η ελκυστικότητα του σύγχρονου basketball δεν επιτρέπει στους διαιτητές να διακόπτουν πολύ συχνά το παιχνίδι, δεδομένου ότι για τους συμμετέχοντες και τους φιλάθλους ένα ενδιαφέρον παιχνίδι είναι μια συνεχής ροή θεαματικών ενεργειών.
Η δημοτικότητα και η γοητεία του basketball εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τα κριτήρια κάθε διαιτητή για τις προσωπικές επαφές.
Τα στατιστικά στοιχεία επιβεβαιώνουν ότι στο σύγχρονο μπάσκετ ο αριθμός των φυσικών επαφών διπλασιάστηκε και σε ορισμένες περιπτώσεις έχει τριπλασιαστεί.
Σχεδόν κάθε 2-3 δευτερόλεπτα είμαστε μάρτυρες φυσικών περιπτώσεων σωματικής επαφής μεταξύ των αντιπάλων παικτών.
Ωστόσο μόνον το 10% έως και το 15% αυτών των επαφών εγκρίνονται και σφυρίζονται ως προσωπικά φάουλ από τους διαιτητές.
Αυτό σημαίνει ότι η προσέγγιση των διαιτητών σε αυτή την επιλογή είναι μάλλον Ρεαλιστική και όχι Κυριολεκτική.
Η τέχνη και το στυλ του διαιτητή, σε σχέση με τις αποφάσεις του στις καταστάσεις επαφής, είναι η πιο επικριτική περιοχή της διαδικασίας της διαιτησίας.
Είναι πρακτικά αδύνατον να σταματά το παιχνίδι σε κάθε προσωπική επαφή, δεδομένου ότι θα μειωθεί ο ελκυστικός του χαρακτήρας.
Επομένως, από την μία πλευρά πρέπει οι διαιτητές να προσπαθήσουν να μην διαταράξουν την ροή του παιχνιδιού και από την άλλη να ακολουθήσουν πιστά και αυστηρά τους κανόνες και να διατηρήσουν τον συνεχή έλεγχο, αποφεύγοντας να “εξελιχθεί” το παιχνίδι σε rugby game.
Σε κάθε περίπτωση πρέπει να γίνεται αυστηρή διάκριση μεταξύ των τυχαίων επαφών, που αποτελούν προϊόν κανονικής ροής και των επαφών που εκφυλίζονται σε προσωπικά φάουλ.
Αυτό δηλαδή που τελικά καταλαβαίνουμε ως “διαιτησία στο πνεύμα του αγώνα” είναι να εφαρμόσουμε αυτή την αρκετά δύσκολη διάκριση με επιτυχία στο γήπεδο.
Πολλά σε αυτόν τον τομέα εξαρτώνται από το ΤΑΛΕΝΤΟ του διαιτητή και την ΑΙΣΘΗΣΗ για ρεαλιστική προσέγγιση που διαθέτει.
Αυτό σημαίνει ότι η προσέγγιση των διαιτητών σε αυτή την επιλογή είναι μάλλον Ρεαλιστική και όχι Κυριολεκτική.
Η τέχνη και το στυλ του διαιτητή, σε σχέση με τις αποφάσεις του στις καταστάσεις επαφής, είναι η πιο επικριτική περιοχή της διαδικασίας της διαιτησίας.
Είναι πρακτικά αδύνατον να σταματά το παιχνίδι σε κάθε προσωπική επαφή, δεδομένου ότι θα μειωθεί ο ελκυστικός του χαρακτήρας.
Επομένως, από την μία πλευρά πρέπει οι διαιτητές να προσπαθήσουν να μην διαταράξουν την ροή του παιχνιδιού και από την άλλη να ακολουθήσουν πιστά και αυστηρά τους κανόνες και να διατηρήσουν τον συνεχή έλεγχο, αποφεύγοντας να “εξελιχθεί” το παιχνίδι σε rugby game.
Σε κάθε περίπτωση πρέπει να γίνεται αυστηρή διάκριση μεταξύ των τυχαίων επαφών, που αποτελούν προϊόν κανονικής ροής και των επαφών που εκφυλίζονται σε προσωπικά φάουλ.
Αυτό δηλαδή που τελικά καταλαβαίνουμε ως “διαιτησία στο πνεύμα του αγώνα” είναι να εφαρμόσουμε αυτή την αρκετά δύσκολη διάκριση με επιτυχία στο γήπεδο.
Πολλά σε αυτόν τον τομέα εξαρτώνται από το ΤΑΛΕΝΤΟ του διαιτητή και την ΑΙΣΘΗΣΗ για ρεαλιστική προσέγγιση που διαθέτει.
Και είναι το όριο αλλά και η διάκριση μεταξύ ενός TOP και ενός STANDARD διαιτητή.
Με βάση όλα τα προαναφερθέντα, δημιουργήθηκε η κλασσική αρχή πλεονεκτήματος/μειονεκτήματος, η οποία συμβουλεύει τους διαιτητές να εξετάσουν ως προσωπικά φάουλ όλες τις σωματικές με βάση αυτή την αρχή.
Η εφαρμογή αυτής της αρχής από τους διαιτητές νομιμοποιήθηκε πλήρως από τους κανόνες της FIBA, η οποία επισημαίνει:
"The Officials should not seek to interrupt the flow of the game unnecessarily in order to penalize personal contact that is incidental and which does not give to the player responsible an advantage nor place his opponent at a disadvantage..."
Τομείς εφαρμογής
▼ Attractive combinations.
▼ Direct drive towards the opponent's basket.
▼ Fast breaks.
▼ Act of shooting.
▼ Passing the ball.
▼ Dribbling the ball.
▼ Loss of balance near boundary or center lines.
▼ Fight for position on the floor.
▼ Loose ball on the floor.
▼ Screens.
Η γνώση του πνεύματος της αρχής advantage/disadvantage και η ώριμη και υπεύθυνη απόφαση του διαιτητή σε κάθε μεμονωμένη κατάσταση επαφής, θα πρέπει να είναι ο ΒΑΣΙΚΟΣ παράγοντας της απόφασης για το εάν η φυσική επαφή θα πρέπει ή δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως προσωπικό σφάλμα.
Με βάση όλα τα προαναφερθέντα, δημιουργήθηκε η κλασσική αρχή πλεονεκτήματος/μειονεκτήματος, η οποία συμβουλεύει τους διαιτητές να εξετάσουν ως προσωπικά φάουλ όλες τις σωματικές με βάση αυτή την αρχή.
Η εφαρμογή αυτής της αρχής από τους διαιτητές νομιμοποιήθηκε πλήρως από τους κανόνες της FIBA, η οποία επισημαίνει:
"The Officials should not seek to interrupt the flow of the game unnecessarily in order to penalize personal contact that is incidental and which does not give to the player responsible an advantage nor place his opponent at a disadvantage..."
Τομείς εφαρμογής
▼ Attractive combinations.
▼ Direct drive towards the opponent's basket.
▼ Fast breaks.
▼ Act of shooting.
▼ Passing the ball.
▼ Dribbling the ball.
▼ Loss of balance near boundary or center lines.
▼ Fight for position on the floor.
▼ Loose ball on the floor.
▼ Screens.
Η γνώση του πνεύματος της αρχής advantage/disadvantage και η ώριμη και υπεύθυνη απόφαση του διαιτητή σε κάθε μεμονωμένη κατάσταση επαφής, θα πρέπει να είναι ο ΒΑΣΙΚΟΣ παράγοντας της απόφασης για το εάν η φυσική επαφή θα πρέπει ή δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως προσωπικό σφάλμα.
Η τελική απόφαση "Foul or no foul" πρέπει να βασίζεται στις απαντήσεις 4 βασικών ερωτημάτων:
1. Τι ακριβώς έγινε;
2. Ποιοι συμμετείχαν;
3. Γιατί έγινε ή ποιος είχε την ευθύνη;
4. ΑΥΤΟ ΘΑ ΕΠΗΡΕΑΣΕΙ ΤΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ;