Τρίτη 25 Φεβρουαρίου 2020

Η δύσκολη δουλειά της καθοδήγησης των νέων διαιτητών (3)


Η καθοδήγηση των νέων διαιτητών δεν είναι μια εύκολη υπόθεση.
Ακριβώς το αντίθετο. 

Πώς λοιπόν οι coaches και οι παρατηρητές διαιτητών θα πρέπει να διαχειρίζονται την δύσκολη ενημέρωση των λιγότερο έμπειρων συναδέλφων τους; 

Συγκεντρώνουμε σε αναρτήσεις μας μια λίστα, αναλύοντας ταυτόχρονα τις κορυφαίες 10 συμβουλές, ελπίζοντας ότι θα βοηθήσουμε τουλάχιστον όσους έχουν την ικανότητα να αναλογιστούν την ευθύνη της καθοδήγησης των νέων συναδέλφων τους.

Τις πρώτες συμβουλές μπορείτε να τις δείτε εδώ 
και εδώ


Συμβουλή 7
Ο καλύτερος διαιτητής είναι αυτός που κρατά τον αγώνα στον έλεγχό του με όσο το δυνατόν λιγότερες αποφάσεις.
Κάθε αγώνας απαιτεί μια διαφορετική απόδοση.
Κάθε παιχνίδι απαιτεί την δική του προσέγγιση.
Η ποιότητα του διαιτητή καθορίζεται από την ικανότητά του να προσαρμόζεται, αφήνοντας να εξελίσσεται ο αγώνας αυθόρμητα.
Η αυθόρμητη εξέλιξη του παιχνιδιού απαιτεί γέφυρες και όχι φράγματα.
Οι διαιτητές συχνά ενοχλούνται από την έκφραση των παρατηρητών “τα κριτήριά σας για τις επαφές δεν ήταν τα κατάλληλα”.
Δυστυχώς, τις περισσότερες φορές, οι διαιτητές ενοχλούνται άδικα.
Η ποιότητα της επίδοσης ενός διαιτητή εξαρτάται στην ουσία από την ποιότητα της κρίσης των επαφών, αφού οι επαφές αντιπροσωπεύουν το 80% των κλήσεων που γίνονται από τους διαιτητές.
Είναι λογικό επομένως ότι εάν η εκτίμηση του coach ή του παρατηρητή για τις καταστάσεις επαφής είναι κακή, το αποτέλεσμα θα είναι η κακή διαχείριση του αγώνα.

Συμβουλή 8
Οι coaches και οι παρατηρητές οφείλουν να αντισταθούν στον πειρασμό να αξιολογήσουν μια απόδοση μετρώντας τον αριθμό των λανθασμένων αποφάσεων.
Πρέπει να εκτιμηθεί η συνολική απόδοση και όχι ένα συγκεκριμένο λάθος.
Εξαίρεση αποτελούν οι λανθασμένες αποφάσεις στα τελευταία 2 λεπτά του αγώνα οι οποίες είναι και πιθανόν να καθορίσουν το αποτέλεσμά του.
Και μια μόνο τέτοια απόφαση αρκεί για να καταστρέψει την όποια καλή απόδοση των διαιτητών στο προηγούμενο διάστημα.

Πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπ’ όψιν από τον coach και τους παρατηρητές το ότι, παρά μερικά συγκεκριμένα λάθη, ένας διαιτητής μπορεί να έχει μια γενικά καλή απόδοση, επειδή η συμπεριφορά του, το ύφος και το στυλ του, έγιναν αποδεκτά από τους συμμετέχοντες.
Και αυτό ακριβώς είναι το σημείο που κάνει την διαφορά μεταξύ της αξιολόγησης μιας απόδοσης που γίνεται από video και μιας live αξιολόγησης.
Το video σαφώς μας δίνει την δυνατότητα να εκτιμήσουμε μια ειδική κατάσταση, η οποία όμως εξετάζεται έξω από το γενικό πλαίσιο του αγώνα.
Η live αξιολόγηση γίνεται αντιληπτή μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο και προφανώς κρίνεται με διαφορετικό τρόπο και αίσθηση, έτσι ώστε να εκτιμηθεί η συνολική απόδοση των διαιτητών.